- εκδορέας
- οειδικός εργάτης για την αφαίρεση του δέρματος (την εκδορά) των σφαγίων, γδάρτης.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
εκδορέας — ο αυτός που γδέρνει τα σφαχτά, ο γδάρτης … Dictionary of Greek
Βαμβακάρης, Μάρκος — (Άνω Χώρα, Σύρος 1905 – Πειραιάς 1972). Λαϊκός συνθέτης, τραγουδιστής και μουσικός. Αφού πέρασε από κάθε είδους επαγγέλματα (εφημεριδοπώλης, λούστρος, μανάβης, λαχειοπώλης, υπάλληλος γραφείου κηδειών, αχθοφόρος, εκδορέας σε σφαγεία) κατέληξε στο… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Μουσική — ΑΡΧΑΙΑ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ Είναι γνωστό ότι η καταγωγική περιοχή της αρχαίας ελληνικής ποίησης βρίσκεται στις θρησκευτικές τελετουργίες. Ωστόσο, το κύριο σώμα της λυρικής ποίησης χαρακτηρίζεται από έναν ανεξάρτητο χαρακτήρα την εποχή κατά την οποία… … Dictionary of Greek